Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θύραθεν
θύραθι
θυραῖος
θυραμάχος
θυρανοίκτης
θύρασι
θυραυλέω
θυραυλία
θύραυλος
θυραωρός
Θυρέα
θυρεαμαχία
θυρέασπις
θυρεατικοὶ
θυρεοειδής
θυρεοκοιλίτης
θυρεός
θυρεοφορέω
θυρεοφόρος
θυρεόω
θυρεπανοίκτης
View word page
Θυρέα
Thyrea, Thyreae
ShortDef
Thyrea, Thyreae
Debugging
Headword:
Θυρέα
Headword (normalized):
θυρέα
Headword (normalized/stripped):
θυρεα
IDX:
41836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41837
Key:
Data
{'content': 'Thyrea, Thyreae'}