Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θυόω
θύρα
θυραβάθρα
θύραζε
θυράζω
θύραθεν
θύραθι
θυραῖος
θυραμάχος
θυρανοίκτης
θύρασι
θυραυλέω
θυραυλία
θύραυλος
θυραωρός
Θυρέα
θυρεαμαχία
θυρέασπις
θυρεατικοὶ
θυρεοειδής
θυρεοκοιλίτης
View word page
θύρασι
at the door, outside, without
ShortDef
at the door, outside, without
Debugging
Headword:
θύρασι
Headword (normalized):
θύρασι
Headword (normalized/stripped):
θυρασι
IDX:
41831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41832
Key:
Data
{'content': 'at the door, outside, without'}