Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυννευτικός
θυννίς
θυννίτης
θυννοθήρας
θυννοκέφαλος
θυννολογέω
θύννος
θυννοσκοπεῖον
θυννοσκοπέω
θυννοσκοπία
θυννοσκόπος
θυννώδης
θύνω
θυοδόκος
θυόεις
θύον
θύος
θυοσκέω
θυοσκόος
θυοσκοπία
θυοσκόπος
View word page
θυννοσκόπος
a tunny-watcher

ShortDef

a tunny-watcher

Debugging

Headword:
θυννοσκόπος
Headword (normalized):
θυννοσκόπος
Headword (normalized/stripped):
θυννοσκοπος
IDX:
41810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41811
Key:

Data

{'content': 'a tunny-watcher'}