Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄλυτρον
ἀλύτρωτος
ἄλυχνος
ἀλύω
ἀλυώδης
ἄλφα
ἀλφάβητος
ἀλφάδιον
ἀλφάνω
ἀλφάριον
Ἀλφειός
ἀλφεσίβοιος
ἀλφή
ἀλφηστής
ἀλφιταμοιβός
ἀλφιτεία
ἀλφιτεῖον
ἀλφιτεύς
ἀλφιτεύω
ἀλφιτηδόν
ἀλφιτηρός
View word page
Ἀλφειός
Alpheus

ShortDef

Alpheus

Debugging

Headword:
Ἀλφειός
Headword (normalized):
ἀλφειός
Headword (normalized/stripped):
αλφειος
IDX:
4180
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4181
Key:

Data

{'content': 'Alpheus'}