Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυμοκατοχέω
θυμοκάτοχος
θυμολεοντοφθόρος
θυμολέων
θυμόμαντις
θυμομαχέω
θυμομαχία
θύμον
θυμοξάλμη
θυμοπληθής
θυμοποιέω
θυμοραϊστής
θυμός
θύμος
θύμος2
θυμοσοφικός
θυμόσοφος
θυμοφθορέω
θυμοφθόρος
θυμοφονέω
θυμοφόρος
View word page
θυμοποιέω
hearten, encourage

ShortDef

hearten, encourage

Debugging

Headword:
θυμοποιέω
Headword (normalized):
θυμοποιέω
Headword (normalized/stripped):
θυμοποιεω
IDX:
41779
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41780
Key:

Data

{'content': 'hearten, encourage'}