Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θυμίασις
θυμιατέον
θυμιατεύω
θυμιατήριον
θυμιατίζω
θυμιατικός
θυμιατός
θυμιάω
θυμίδιον
θυμίζω
θυμικός
θύμινον
θύμιον
θυμίτης
θυμοβαρής
θυμοβορέω
θυμοβόρος
θυμοδακής
θυμοειδής
θυμόεις
Θυμοίτης
View word page
θυμικός
high-spirited, passionate
ShortDef
high-spirited, passionate
Debugging
Headword:
θυμικός
Headword (normalized):
θυμικός
Headword (normalized/stripped):
θυμικος
IDX:
41758
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41759
Key:
Data
{'content': 'high-spirited, passionate'}