Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυίω
θυλάκη
θυλακίζω
θυλάκιον
θυλακίσκος
θυλακίτης
θυλακόβολον
θυλακοειδής
θυλακόομαι
θύλακος
θυλακοτρώξ
θυλακοφορέω
θυλακοφόρος
θυλέομαι
θύλημα
θῦμα
θυμάγροικος
θυμαίνω
θυμαλγής
θύμαλλος
θυμάλωψ
View word page
θυλακοτρώξ
gnawing sacks

ShortDef

gnawing sacks

Debugging

Headword:
θυλακοτρώξ
Headword (normalized):
θυλακοτρώξ
Headword (normalized/stripped):
θυλακοτρωξ
IDX:
41714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41715
Key:

Data

{'content': 'gnawing sacks'}