Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυηδόχος
θυήεις
θυηλή
θυήλημα
θυηπολέω
θυηπολία
θυηπολικός
θυηπόλιον
θυηπόλος
θυητά
θυηφάγος
θυία
θυίαιγις
θυιάς
θύϊνος
θυῖον
θυΐσκη
θυΐτης
θυίω
θυλάκη
θυλακίζω
View word page
θυηφάγος
devouring offerings

ShortDef

devouring offerings

Debugging

Headword:
θυηφάγος
Headword (normalized):
θυηφάγος
Headword (normalized/stripped):
θυηφαγος
IDX:
41696
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41697
Key:

Data

{'content': 'devouring offerings'}