Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Θυέστειος
θυέστης
Θυέστης
Θυεστιάδης
θύεστον
θυηδόχος
θυήεις
θυηλή
θυήλημα
θυηπολέω
θυηπολία
θυηπολικός
θυηπόλιον
θυηπόλος
θυητά
θυηφάγος
θυία
θυίαιγις
θυιάς
θύϊνος
θυῖον
View word page
θυηπολία
sacrificing

ShortDef

sacrificing

Debugging

Headword:
θυηπολία
Headword (normalized):
θυηπολία
Headword (normalized/stripped):
θυηπολια
IDX:
41691
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41692
Key:

Data

{'content': 'sacrificing'}