Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυελλοφορέομαι
θυελλώδης
Θυέστειος
θυέστης
Θυέστης
Θυεστιάδης
θύεστον
θυηδόχος
θυήεις
θυηλή
θυήλημα
θυηπολέω
θυηπολία
θυηπολικός
θυηπόλιον
θυηπόλος
θυητά
θυηφάγος
θυία
θυίαιγις
θυιάς
View word page
θυήλημα
sacrificial offering

ShortDef

sacrificial offering

Debugging

Headword:
θυήλημα
Headword (normalized):
θυήλημα
Headword (normalized/stripped):
θυηλημα
IDX:
41689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41690
Key:

Data

{'content': 'sacrificial offering'}