Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλυσιτελής
ἀλυσκάζω
ἀλύσκω
ἀλυσμός
ἀλυσμώδης
ἄλυσσον
ἄλυσσος
ἀλύσσω
ἀλυταρχέω
ἀλυτάρχης
ἀλυταρχία
ἀλύτης
ἀλυτίς
ἄλυτος
ἄλυτρον
ἀλύτρωτος
ἄλυχνος
ἀλύω
ἀλυώδης
ἄλφα
ἀλφάβητος
View word page
ἀλυταρχία
office of ἀλυτάρχης

ShortDef

office of ἀλυτάρχης

Debugging

Headword:
ἀλυταρχία
Headword (normalized):
ἀλυταρχία
Headword (normalized/stripped):
αλυταρχια
IDX:
4166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4167
Key:

Data

{'content': 'office of ἀλυτάρχης'}