Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θρυπτικός
θρύπτω
θρύψις
θρυψίχρως
θρυώδης
θρῶσις
θρώσκω
θρῴσκω
θρωσμός
θύ[η]σις
θυάκτας
θυάς
θυαφόρος
θυάω
θυγάτηρ
θυγατριδῆ
θυγατριδοῦς
θυγατρίζω
θυγάτριον
θυγατρόγαμος
θυγατρογόνος
View word page
θυάκτας
sacrificing priest
ShortDef
sacrificing priest
Debugging
Headword:
θυάκτας
Headword (normalized):
θυάκτας
Headword (normalized/stripped):
θυακτας
IDX:
41657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41658
Key:
Data
{'content': 'sacrificing priest'}