Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θρυλιγμός
θρυλίζω
θρυλίσσω
θρῦλος
θρύμμα
θρυμματίς
θρυόεις
Θρυόεσσα
θρυοκοπέω
θρυοκοπία
θρύον
Θρύον
θρυοπώλης
θρυοπώλιον
θρυοτίλλω
θρυπτέον
θρυπτικός
θρύπτω
θρύψις
θρυψίχρως
θρυώδης
View word page
θρύον
a rush

ShortDef

a rush
Thryum, a town in Elis

Debugging

Headword:
θρύον
Headword (normalized):
θρύον
Headword (normalized/stripped):
θρυον
IDX:
41641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41642
Key:

Data

{'content': 'a rush'}