Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θρυαλλίς
θρύαλλον
θρυγονάω
θρύϊνος
θρυῖτις
θρυλέω
θρύλημα
θρυλητής
θρυλητός
θρύλιγμα
θρυλιγμός
θρυλίζω
θρυλίσσω
θρῦλος
θρύμμα
θρυμματίς
θρυόεις
Θρυόεσσα
θρυοκοπέω
θρυοκοπία
θρύον
View word page
θρυλιγμός
unmusical sound, false note

ShortDef

unmusical sound, false note

Debugging

Headword:
θρυλιγμός
Headword (normalized):
θρυλιγμός
Headword (normalized/stripped):
θρυλιγμος
IDX:
41631
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41632
Key:

Data

{'content': 'unmusical sound, false note'}