Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θρονισμός
θρονιστής
θρονιτικός
Θρόνοι
θρόνον
θρονοποιός
θρόνος
θρόνωσις
θρόος
θρυαλλίς
θρύαλλον
θρυγονάω
θρύϊνος
θρυῖτις
θρυλέω
θρύλημα
θρυλητής
θρυλητός
θρύλιγμα
θρυλιγμός
θρυλίζω
View word page
θρύαλλον
shower of smuts

ShortDef

shower of smuts

Debugging

Headword:
θρύαλλον
Headword (normalized):
θρύαλλον
Headword (normalized/stripped):
θρυαλλον
IDX:
41622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41623
Key:

Data

{'content': 'shower of smuts'}