Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θρίξ
θριοβόλος
θρῖον
θριπήδεστος
θριποφάγος
θριπώδης
θρίσσα
θρισσέμπορος
θρίψ
θροέω
θρομβοειδής
θρομβόομαι
θρόμβος
θρομβώδης
θρόμβωσις
θρονίζομαι
Θρόνιον
θρονισμός
θρονιστής
θρονιτικός
Θρόνοι
View word page
θρομβοειδής
full of clots
ShortDef
full of clots
Debugging
Headword:
θρομβοειδής
Headword (normalized):
θρομβοειδής
Headword (normalized/stripped):
θρομβοειδης
IDX:
41605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41606
Key:
Data
{'content': 'full of clots'}