Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θριδάκινος
θριδακώδης
θρίδαξ
Θρινακίη
θρῖναξ
θρίξ
θριοβόλος
θρῖον
θριπήδεστος
θριποφάγος
θριπώδης
θρίσσα
θρισσέμπορος
θρίψ
θροέω
θρομβοειδής
θρομβόομαι
θρόμβος
θρομβώδης
θρόμβωσις
θρονίζομαι
View word page
θριπώδης
full of wood-worms

ShortDef

full of wood-worms

Debugging

Headword:
θριπώδης
Headword (normalized):
θριπώδης
Headword (normalized/stripped):
θριπωδης
IDX:
41600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41601
Key:

Data

{'content': 'full of wood-worms'}