Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θρῖα
θριάζω
θριαί
θριαμβευτής
θριαμβευτικός
θριαμβεύω
θριαμβικός
θρίαμβος
θρίασις
θριαστής
θριγκίον
θριγκός
θριγκόω
θριγκώδης
θρίγκωμα
θριδακηΐς
θριδακίνη
θριδάκινος
θριδακώδης
θρίδαξ
Θρινακίη
View word page
θριγκίον
topmost course of stones in a wall, cornice; wall
ShortDef
topmost course of stones in a wall, cornice; wall
Debugging
Headword:
θριγκίον
Headword (normalized):
θριγκίον
Headword (normalized/stripped):
θριγκιον
IDX:
41583
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41584
Key:
Data
{'content': 'topmost course of stones in a wall, cornice; wall'}