Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θρασύπονος
θρασυπτόλεμος
θρασύς
θρασύσπλαγχνος
θρασυστομέω
θρασυστομία
θρασύστομος
θρασύτης
θρασύτολμος
θρασύφρων
θρασυχάρμης
θρασύχειρ
θρασυχειρία
Θράσων
Θρᾷττα
θράττης
θραῦμα
θραύπαλος
θραυπίς
θραυσάντυξ
θραῦσις
View word page
θρασυχάρμης
bold in fight
ShortDef
bold in fight
Debugging
Headword:
θρασυχάρμης
Headword (normalized):
θρασυχάρμης
Headword (normalized/stripped):
θρασυχαρμης
IDX:
41509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41510
Key:
Data
{'content': 'bold in fight'}