Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θρασυμέμνων
θρασυμήδης
Θρασυμήδης
Θρασύμηλος
θρασυμήχανος
θρασύμυθος
θρασύνω
θρασυξενία
θρασύπονος
θρασυπτόλεμος
θρασύς
θρασύσπλαγχνος
θρασυστομέω
θρασυστομία
θρασύστομος
θρασύτης
θρασύτολμος
θρασύφρων
θρασυχάρμης
θρασύχειρ
θρασυχειρία
View word page
θρασύς
bold, spirited, courageous, confident
ShortDef
bold, spirited, courageous, confident
Debugging
Headword:
θρασύς
Headword (normalized):
θρασύς
Headword (normalized/stripped):
θρασυς
IDX:
41501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41502
Key:
Data
{'content': 'bold, spirited, courageous, confident'}