Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θρασύμαχος
Θρασύμαχος
θρασυμέμνων
θρασυμήδης
Θρασυμήδης
Θρασύμηλος
θρασυμήχανος
θρασύμυθος
θρασύνω
θρασυξενία
θρασύπονος
θρασυπτόλεμος
θρασύς
θρασύσπλαγχνος
θρασυστομέω
θρασυστομία
θρασύστομος
θρασύτης
θρασύτολμος
θρασύφρων
θρασυχάρμης
View word page
θρασύπονος
bold in toil
ShortDef
bold in toil
Debugging
Headword:
θρασύπονος
Headword (normalized):
θρασύπονος
Headword (normalized/stripped):
θρασυπονος
IDX:
41499
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41500
Key:
Data
{'content': 'bold in toil'}