Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θολός
θολόω
θολώδης
θόλωσις
θολωτός
θοός
θοός2
θοόω
θοραῖος
θορή
Θορίκιος
Θορικόνδε
θορικός
Θορικός
θορίσκομαι
θόρισμα
Θόρναξ
θόρνυμαι
θορόεις
θορός
θορυβάζομαι
View word page
Θορίκιος
of Thorikos (Attic deme)

ShortDef

of Thorikos (Attic deme)

Debugging

Headword:
Θορίκιος
Headword (normalized):
θορίκιος
Headword (normalized/stripped):
θορικιος
IDX:
41425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41426
Key:

Data

{'content': 'of Thorikos (Attic deme)'}