Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θολία
θολικός
θολοειδής
θολομιγής
θόλος
θολός
θολόω
θολώδης
θόλωσις
θολωτός
θοός
θοός2
θοόω
θοραῖος
θορή
Θορίκιος
Θορικόνδε
θορικός
Θορικός
θορίσκομαι
θόρισμα
View word page
θοός
quick, nimble

ShortDef

quick, nimble
pointed, sharp

Debugging

Headword:
θοός
Headword (normalized):
θοός
Headword (normalized/stripped):
θοος
IDX:
41420
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41421
Key:

Data

{'content': 'quick, nimble'}