Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θλίβω
θλιβώδης
θλιπτικός
θλῖψις
θνατός
θνησείδιον
θνησιμαῖος
θνῆσις
θνῄσκω
θνητογαμία
θνητογενής
θνητοειδής
θνητός
θνητότης
θνητόψυχος
θοάζω
θοάζω2
θοάζω3
θοάς
Θόας
θόασμα
View word page
θνητογενής
of mortal race
ShortDef
of mortal race
Debugging
Headword:
θνητογενής
Headword (normalized):
θνητογενής
Headword (normalized/stripped):
θνητογενης
IDX:
41386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41387
Key:
Data
{'content': 'of mortal race'}