Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θλάω
θλιβερός
θλιβή
θλίβω
θλιβώδης
θλιπτικός
θλῖψις
θνατός
θνησείδιον
θνησιμαῖος
θνῆσις
θνῄσκω
θνητογαμία
θνητογενής
θνητοειδής
θνητός
θνητότης
θνητόψυχος
θοάζω
θοάζω2
θοάζω3
View word page
θνῆσις
mortality

ShortDef

mortality

Debugging

Headword:
θνῆσις
Headword (normalized):
θνῆσις
Headword (normalized/stripped):
θνησις
IDX:
41383
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41384
Key:

Data

{'content': 'mortality'}