Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θητεύω
θητικός
θητώνιον
Θήχης
θιασαρχέω
θιασάρχης
θιασεία
θιασεύω
θιασιτικός
θίασος
θιασώδης
θιασώτης
θιασωτικός
θῖβις
θιβρός
Θίβρων
θιγάνα
θιγγάνω
θίγημα
θῖνος
θινώδης
View word page
θιασώδης
festive
ShortDef
festive
Debugging
Headword:
θιασώδης
Headword (normalized):
θιασώδης
Headword (normalized/stripped):
θιασωδης
IDX:
41352
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41353
Key:
Data
{'content': 'festive'}