Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Θησεύς
Θησηΐς
θῆσσα
θῆσσα2
θῆτα
θητεία
θητεύω
θητικός
θητώνιον
Θήχης
θιασαρχέω
θιασάρχης
θιασεία
θιασεύω
θιασιτικός
θίασος
θιασώδης
θιασώτης
θιασωτικός
θῖβις
θιβρός
View word page
θιασαρχέω
to be leader of a θίασος

ShortDef

to be leader of a θίασος

Debugging

Headword:
θιασαρχέω
Headword (normalized):
θιασαρχέω
Headword (normalized/stripped):
θιασαρχεω
IDX:
41346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41347
Key:

Data

{'content': 'to be leader of a θίασος'}