Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θησεῖδαι
Θησεῖον
Θησειότριψ
Θησεύς
Θησηΐς
θῆσσα
θῆσσα2
θῆτα
θητεία
θητεύω
θητικός
θητώνιον
Θήχης
θιασαρχέω
θιασάρχης
θιασεία
θιασεύω
θιασιτικός
θίασος
θιασώδης
θιασώτης
View word page
θητικός
of or for a hireling, menial
ShortDef
of or for a hireling, menial
Debugging
Headword:
θητικός
Headword (normalized):
θητικός
Headword (normalized/stripped):
θητικος
IDX:
41343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41344
Key:
Data
{'content': 'of or for a hireling, menial'}