Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θηροκόμος
θηροκτόνος
θηρολέξης
θηρολετέω
θηρολέτης
θηρόλετος
θηρομαχία
θηρομιγής
θηρονόμος
θηρόπεπλος
θηροπλαστέω
θηρόπλαστος
θηροσκόπος
θηροσύνη
θηροτόκος
θηρότροφος
θηροτρόφος
θηρότυπος
θηροφανής
θηροφονεύς
θηροφονέω
View word page
θηροπλαστέω
to make beasts

ShortDef

to make beasts

Debugging

Headword:
θηροπλαστέω
Headword (normalized):
θηροπλαστέω
Headword (normalized/stripped):
θηροπλαστεω
IDX:
41298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41299
Key:

Data

{'content': 'to make beasts'}