Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θηριάλωτος
θηριάνθρωπος
θηρίδιον
Θηρίκλειος
θηριοδεῖκται
θηριόδηγμα
θηριοδήκτης
θηριόδηκτος
θηριοειδής
θηριοκόμος
θηριομαχέω
θηριομάχης
θηριομαχία
θηριομάχος
θηριομιγής
θηριόμορφος
θηρίον
θηριονάρκη
θηριόπληκτος
θηριοποιέω
θηριότης
View word page
θηριομαχέω
fight with wild beasts

ShortDef

fight with wild beasts

Debugging

Headword:
θηριομαχέω
Headword (normalized):
θηριομαχέω
Headword (normalized/stripped):
θηριομαχεω
IDX:
41257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41258
Key:

Data

{'content': 'fight with wild beasts'}