Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θηρητήρ
θηριάζομαι
θηριακός
θηριάλωσις
θηριάλωτος
θηριάνθρωπος
θηρίδιον
Θηρίκλειος
θηριοδεῖκται
θηριόδηγμα
θηριοδήκτης
θηριόδηκτος
θηριοειδής
θηριοκόμος
θηριομαχέω
θηριομάχης
θηριομαχία
θηριομάχος
θηριομιγής
θηριόμορφος
θηρίον
View word page
θηριοδήκτης
marsus

ShortDef

marsus

Debugging

Headword:
θηριοδήκτης
Headword (normalized):
θηριοδήκτης
Headword (normalized/stripped):
θηριοδηκτης
IDX:
41253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41254
Key:

Data

{'content': 'marsus'}