Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Θήρας
θηράσιμος
θηράτειρα
θηρατέος
θηρατήρ
θηρατήριος
θηρατής
θηρατικός
θηρατός
θήρατρον
θηράω
θηρεία
θήρειος
θηρεπῳδός
θήρευμα
θήρευσις
θηρευτέον
θηρευτής
θηρευτικός
θηρευτός
θηρεύτωρ
View word page
θηράω
to hunt

ShortDef

to hunt

Debugging

Headword:
θηράω
Headword (normalized):
θηράω
Headword (normalized/stripped):
θηραω
IDX:
41230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41231
Key:

Data

{'content': 'to hunt'}