Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Θήρα
θηραγρέτης
θηραγρία
θήραγρος
Θηραϊκόν
Θηραῖος
θήραμα
Θηραμένης
θήραρχος
Θήρας
θηράσιμος
θηράτειρα
θηρατέος
θηρατήρ
θηρατήριος
θηρατής
θηρατικός
θηρατός
θήρατρον
θηράω
θηρεία
View word page
θηράσιμος
to be hunted down

ShortDef

to be hunted down

Debugging

Headword:
θηράσιμος
Headword (normalized):
θηράσιμος
Headword (normalized/stripped):
θηρασιμος
IDX:
41221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41222
Key:

Data

{'content': 'to be hunted down'}