Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θημωνοθετέω
θην
θῆξις
θηπαλέος
θήρ
θήρα
Θήρα
θηραγρέτης
θηραγρία
θήραγρος
Θηραϊκόν
Θηραῖος
θήραμα
Θηραμένης
θήραρχος
Θήρας
θηράσιμος
θηράτειρα
θηρατέος
θηρατήρ
θηρατήριος
View word page
Θηραϊκόν
invented in the island Thera
ShortDef
invented in the island Thera
Debugging
Headword:
Θηραϊκόν
Headword (normalized):
θηραϊκόν
Headword (normalized/stripped):
θηραικον
IDX:
41215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41216
Key:
Data
{'content': 'invented in the island Thera'}