Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θηλυστολέω
θηλυστολία
θηλύστολος
θηλύτεκνος
θηλύτης
θηλυτοκέω
θηλυτοκία
θηλυτόκος
θηλύτροπος
θηλυφανής
θηλυφόνος
θηλύφρων
θηλύφωνος
θηλύχειρ
θηλυχίτων
θηλύψυχος
θηλώ
θῆμα
Θημακός
θημολογέω
θημών
View word page
θηλυφόνος
killing women
ShortDef
killing women
Debugging
Headword:
θηλυφόνος
Headword (normalized):
θηλυφόνος
Headword (normalized/stripped):
θηλυφονος
IDX:
41193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41194
Key:
Data
{'content': 'killing women'}