Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θηλυπαθέω
θηλύπαις
θηλυποιός
θηλύπους
θηλυπρεπής
θηλυπρόσωπος
θηλυπτερίς
θῆλυς
θηλύσπορος
θηλυστολέω
θηλυστολία
θηλύστολος
θηλύτεκνος
θηλύτης
θηλυτοκέω
θηλυτοκία
θηλυτόκος
θηλύτροπος
θηλυφανής
θηλυφόνος
θηλύφρων
View word page
θηλυστολία
women's dress

ShortDef

women's dress

Debugging

Headword:
θηλυστολία
Headword (normalized):
θηλυστολία
Headword (normalized/stripped):
θηλυστολια
IDX:
41184
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41185
Key:

Data

{'content': "women's dress"}