Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θηλή
θηληνός
θηλοειδής
θηλυγενής
θηλύγλωσσος
θηλυγονέω
θηλυγονία
θηλυγόνος
θηλυδρίας
θηλυδριώδης
θηλυκός
θηλυκράνεια
θηλυκρατής
θηλυκτόνος
θηλυκώδης
θηλυμανέω
θηλυμανής
θηλυμελής
θηλυμίτρης
θηλύμορφος
θηλύνοος
View word page
θηλυκός
woman-like

ShortDef

woman-like

Debugging

Headword:
θηλυκός
Headword (normalized):
θηλυκός
Headword (normalized/stripped):
θηλυκος
IDX:
41162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41163
Key:

Data

{'content': 'woman-like'}