Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θηβαΐς
Θηβαΐτης
Θηβάνας
Θηβάρχης
Θήβασδε
Θήβηθεν
Θήβησιν
θηγαλέος
θηγάνη
θηγανίτης
θηγός
θήγω
θηητήρ
θηητός
θήιον
θήϊον
θήκα
θηκαῖος
θήκη
θηκοποιέω
θηκοποιός
View word page
θηγός
sharp
ShortDef
sharp
Debugging
Headword:
θηγός
Headword (normalized):
θηγός
Headword (normalized/stripped):
θηγος
IDX:
41132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41133
Key:
Data
{'content': 'sharp'}