Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Θεσσαλιῶτις
Θεσσαλοί
Θεσσαλός
θέσσασθαι
Θεστιάς
Θεστόρειος
Θεστορίδης
Θέστωρ
θεσφατηλόγος
θεσφατίζω
θέσφατος
θετέος
θέτης
Θετίδειον
θετικός
Θέτις
θετός
Θετταλότμητον
θεῦσις
θέω
θέω2
View word page
θέσφατος
spoken by God, decreed, ordained, appointed

ShortDef

spoken by God, decreed, ordained, appointed

Debugging

Headword:
θέσφατος
Headword (normalized):
θέσφατος
Headword (normalized/stripped):
θεσφατος
IDX:
41084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41085
Key:

Data

{'content': 'spoken by God, decreed, ordained, appointed'}