Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θεσπρωτία
Θεσπρωτίς
Θεσπρωτός
Θεσσαλία
Θεσσαλίζω
Θεσσαλικέτης
Θεσσαλικός
Θεσσαλιῶτις
Θεσσαλοί
Θεσσαλός
θέσσασθαι
Θεστιάς
Θεστόρειος
Θεστορίδης
Θέστωρ
θεσφατηλόγος
θεσφατίζω
θέσφατος
θετέος
θέτης
Θετίδειον
View word page
θέσσασθαι
to pray
ShortDef
to pray
Debugging
Headword:
θέσσασθαι
Headword (normalized):
θέσσασθαι
Headword (normalized/stripped):
θεσσασθαι
IDX:
41077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41078
Key:
Data
{'content': 'to pray'}