Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θέσπισμα
θεσπιστής
θεσπιῳδέω
θεσπιῳδός
Θεσπρωτία
Θεσπρωτίς
Θεσπρωτός
Θεσσαλία
Θεσσαλίζω
Θεσσαλικέτης
Θεσσαλικός
Θεσσαλιῶτις
Θεσσαλοί
Θεσσαλός
θέσσασθαι
Θεστιάς
Θεστόρειος
Θεστορίδης
Θέστωρ
θεσφατηλόγος
θεσφατίζω
View word page
Θεσσαλικός
Thessalian

ShortDef

Thessalian

Debugging

Headword:
Θεσσαλικός
Headword (normalized):
θεσσαλικός
Headword (normalized/stripped):
θεσσαλικος
IDX:
41073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41074
Key:

Data

{'content': 'Thessalian'}