Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Θέσπεια
θεσπέσιος
Θεσπιαί
θεσπιδαής
θεσπιέπεια
Θεσπιεύς
θεσπίζω
θεσπιόμαντις
Θέσπιος
θέσπις
Θέσπις
θέσπισις
θέσπισμα
θεσπιστής
θεσπιῳδέω
θεσπιῳδός
Θεσπρωτία
Θεσπρωτίς
Θεσπρωτός
Θεσσαλία
Θεσσαλίζω
View word page
Θέσπις
Thespis
ShortDef
having words from God, inspired
Thespis
Debugging
Headword:
Θέσπις
Headword (normalized):
θέσπις
Headword (normalized/stripped):
θεσπις
IDX:
41061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41062
Key:
Data
{'content': 'Thespis'}