Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θερμωλή
θερόεις
θέρος
Θέρσανδρος
θερσιεπής
Θερσίλοχος
Θερσίτης
θέρω
θέσις
θέσκελος
θέσμιος
θεσμοδότης
θεσμοθεσία
θεσμοθετεῖον
θεσμοθετέω
θεσμοθέτης
θεσμοποιέω
θεσμός
θεσμοσύνη
θεσμοφόρια
θεσμοφοριάζω
View word page
θέσμιος
according to law, lawful

ShortDef

according to law, lawful

Debugging

Headword:
θέσμιος
Headword (normalized):
θέσμιος
Headword (normalized/stripped):
θεσμιος
IDX:
41035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41036
Key:

Data

{'content': 'according to law, lawful'}