Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θερμημερίαι
θερμηρός
θερμίζω
Θερμικός
θέρμινος
θερμοβαφής
θερμόβλυστος
θερμόβουλος
θερμοδότης
θερμοειδής
θερμοκοίλιος
θερμοκρασία
θερμοκύαμος
θερμολουσία
θερμολουτέω
θερμολούτης
θερμόλυχνον
θερμομιγής
θερμόνους
θερμοπερίπατος
θερμοπλάω
View word page
θερμοκοίλιος
hot-stomached

ShortDef

hot-stomached

Debugging

Headword:
θερμοκοίλιος
Headword (normalized):
θερμοκοίλιος
Headword (normalized/stripped):
θερμοκοιλιος
IDX:
40989
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40990
Key:

Data

{'content': 'hot-stomached'}