Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θέριτος
θερίτροπος
Θέρμα
θερμαίνω
Θερμαῖος
θέρμανσις
θερμαντέον
θερμαντήρ
θερμαντήριος
θερμαντικός
θερμαντός
θερμασία
θέρμασμα
θερμάστρα
θερμαστρίς
θερμαυστρίζω
θερμαψίς
θέρμη
θερμηγορέω
θερμημερίαι
θερμηρός
View word page
θερμαντός
capable of being heated

ShortDef

capable of being heated

Debugging

Headword:
θερμαντός
Headword (normalized):
θερμαντός
Headword (normalized/stripped):
θερμαντος
IDX:
40970
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40971
Key:

Data

{'content': 'capable of being heated'}