Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θέρετρον
θερήγανον
θεριακός
θερίδιον
θερίζω
θερινός
θερισμός
θεριστήρ
θεριστήριον
θεριστής
θεριστικός
θεριστός
θέριστος
θεριστός2
θέριστρα
θερίστριον
θέριστρον
θέριτος
θερίτροπος
Θέρμα
θερμαίνω
View word page
θεριστικός
of or for reaping

ShortDef

of or for reaping

Debugging

Headword:
θεριστικός
Headword (normalized):
θεριστικός
Headword (normalized/stripped):
θεριστικος
IDX:
40953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40954
Key:

Data

{'content': 'of or for reaping'}