Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θεόχαρις
θεοχολωσία
θεοχόλωτος
θεόχρηστος
θεόω
θεράπαινα
θεραπαινίς
θεραπεία
θεράπευμα
θεράπευσις
θεραπευτέον
θεραπευτέος
θεραπευτήρ
θεραπευτής
θεραπευτικός
θεραπευτός
θεραπεύω
θεραπίδιον
θεραπίς
θεράπνη
θεραπόντιον
View word page
θεραπευτέον
one must do service to

ShortDef

one must do service to

Debugging

Headword:
θεραπευτέον
Headword (normalized):
θεραπευτέον
Headword (normalized/stripped):
θεραπευτεον
IDX:
40921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-40922
Key:

Data

{'content': 'one must do service to'}