Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγέραστος
ἀγερμός
ἀγερσικύβηλις
ἄγερσις
ἀγέρτης
ἀγερωχία
ἀγέρωχος
Ἀγεσίλαος
Ἀγεσίλας
ἀγέστρατος
ἀγευστία
ἄγευστος
ἀγέχορος
ἀγεωμέτρητος
ἀγεωργησία
ἀγεώργητος
ἀγεωργίον
ἀγή
ἄγη
ἀγή2
ἀγηθής
View word page
ἀγευστία
fasting
ShortDef
fasting
Debugging
Headword:
ἀγευστία
Headword (normalized):
ἀγευστία
Headword (normalized/stripped):
αγευστια
IDX:
408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-409
Key:
Data
{'content': 'fasting'}