Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλοιφάω
ἀλοιφεῖον
ἀλοιφή
ἀλοκίζω
ἄλοξ
Ἀλόπη
ἁλοπήγιον
ἁλοπηγός
ἀλόπιστος
ἄλοπος
ἁλοπώλης
ἁλοπώλια
Ἄλος
ἁλοσάνθινος
ἁλόσανθον
ἁλοσάχνη
Ἁλοσύδνη
ἁλοσύδνη
ἁλοτρίβανος
ἁλότριψ
ἁλοτροφέω
View word page
ἁλοπώλης
dealer in salt
ShortDef
dealer in salt
Debugging
Headword:
ἁλοπώλης
Headword (normalized):
ἁλοπώλης
Headword (normalized/stripped):
αλοπωλης
IDX:
4085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4086
Key:
Data
{'content': 'dealer in salt'}