Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλοίτης
ἀλοιφαῖος
ἀλοιφάω
ἀλοιφεῖον
ἀλοιφή
ἀλοκίζω
ἄλοξ
Ἀλόπη
ἁλοπήγιον
ἁλοπηγός
ἀλόπιστος
ἄλοπος
ἁλοπώλης
ἁλοπώλια
Ἄλος
ἁλοσάνθινος
ἁλόσανθον
ἁλοσάχνη
Ἁλοσύδνη
ἁλοσύδνη
ἁλοτρίβανος
View word page
ἀλόπιστος
not barked
ShortDef
not barked
Debugging
Headword:
ἀλόπιστος
Headword (normalized):
ἀλόπιστος
Headword (normalized/stripped):
αλοπιστος
IDX:
4083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4084
Key:
Data
{'content': 'not barked'}